top of page

Συχνές Ερωτήσεις για τη Ψυχανάλυση

Ερώτηση: Σε τί μας βοηθάει η ψυχανάλυση;

Απάντηση: Οι άνθρωποι αποφασίζουν να ξεκινήσουν ψυχανάλυση για ποικίλους λόγους.  Δυσκολίες στο εργασιακό, κοινωνικό ή οικογενειακό περιβάλλον, προβλήματα στις ερωτικές, σεξουαλικές ή κοινωνικές σχέσεις τους.  Αυτή βέβαια είναι μια γενικευμένη περιγραφή, τα αίτια που φέρνουν κάποιον στην ανάλυση είναι τόσα όσα και οι άνθρωποι που κάνουν ανάλυση! Τον ψυχαναλυτή τον επισκέπτεται όποιος συνειδητοποιεί ότι τα ερωτήματα που έχει για τη ζωή του και αυτό που τον κάνει να υποφέρει αδυνατεί πλέον να τα αγνοήσει.  


Ερώτηση:  Τι πρέπει να λάβει υπόψιν του όποιος σκέφτεται να ξεκινήσει ψυχανάλυση;

Απάντηση: Αν κάποιος το σκέφτεται πάει να πει ότι ήδη έχει αισθανθεί πως αυτό που τον εμποδίζει από το να ζήσει ικανοποιητικά, δεν του κάνει πια.  Το αναλυτικό πλαίσιο προσφέρεται ως χώρος όπου κανείς μπορεί να μιλήσει ανοικτά για όλα όσα τον αφορούν χωρίς περιορισμό.  Πρέπει δηλαδή κανείς να είναι έτοιμος να μιλήσει, για το σύμπτωμά του, τη ζωή του, την ιστορία του.  Κάποιοι αδυνατούν να το κάνουν, δεν είναι εύκολο πράγμα να βάζεις λέξεις σε ό,τι σε κάνει να υποφέρεις, άλλοι περιστρέφονται μόνο γύρω από το σύμπτωμά τους χωρίς να αντιλαμβάνονται πως όλα όσα συμβαίνουν – ή έχουν συμβεί - στη ζωή τους είναι σημαντικά.  Δεν είναι μόνο αυτό που τους κάνει να υποφέρουν σημαντικό ούτε άσχετο με τα υπόλοιπα φάσματα της ζωής– η ψυχανάλυση δεν είναι συμπεριφορισμός- αλλά ό,τι έχουν να πουν είναι σημαντικό στην ψυχανάλυση.  Πρέπει λοιπόν κάποιος να έχει υπόψιν πως για να μπορέσει να ξεκινήσει αναλυτική δουλειά θα μιλήσει για πολλά, και όχι μόνο για αυτό που διακρίνει ως το πρόβλημα που τον φέρνει στο αναλυτικό πλαίσιο.  Ο άνθρωπος δεν είναι ένα «πρόβλημα», ένα μέρος της ζωής του, η σχέση του, η θλίψη του, ή η αδυνατότητα που αισθάνεται μπροστά σε αυτό που τον ταλαιπωρεί.  Ο κάθε άνθρωπος είναι μια ολόκληρη ιστορία η οποία συνδέεται με όσα λέει, επιλέγει, αποφασίζει, απογεύγει, φοβάται, υποφέρει και κάνει. Το να περιμένει κανείς ότι θα κάνει μία συνεδρία και ως δια μαγείας θα εξαφανιστούν όλα όσα τον εμποδίζουν να ζήσει ικανοποιητικά, είναι μια φαντασίωση της σύγχρονης ζωής όπου όλα προφέρονται προς κατανάλωση, ακόμη και ο ίδιος ο άνθρωπος.  Η θεραπευτική αξία της ψυχανάλυσης είναι ακριβώς στο ότι δεν προσφέρεται για κατανάλωση, αντιστέκεται σ'αυτό το ρεύμα από τη στιγμή που βλέπει τον κάθε ένα ως ένα μοναδικό υποκείμενο με την ιστορία του, τα πάθη του, το σύμπτωμά του, κατευθύνοντάς τον στην ανά-γνωση της επιθυμίας του η οποία πάντοτε εξ-έχει από την συνολικότητα.  Γι αυτό και η ψυχανάλυση θεωρείται επαναστατική.  Πρέπει λοιπόν να υπάρξει δέσμευση σε ένα ψυχαναλυτικό πλαίσιο, η κλινική της ψυχανάλυσης δεν είναι συνταγή για "βούλωμα" ή επιφανειακή ανακούφιση μέσα από "διορθώσεις συμπεριφορών" σε αυτό που κάνει τον κάθε ένα να υποφέρει, γι αυτό και αρχικά μιλάμε για προκαταρκτικές συνεδρίες έτσι ώστε να δει και ο αναλυτής και ο "θεραπευόμενος" αν δύναται να ξεκινήσει μια ψυχαναλυτική δουλειά, αν μπορούμε να μιλήσουμε για αναλυόμενο ή θεραπευόμενο .   

Ερώτηση: Είναι αλήθεια πως η ψυχανάλυση εισχωρεί σε ένα βάθος πράγμα που ίσως φέρει κάποιον αντιμέτωπο με δυσάρεστες ψυχικές καταστάσεις;

Αυτό είναι ένα κλισέ που ακούγεται από όσους δεν έχουν κάνει ποτέ ψυχανάλυση αλλά φαίνεται να έχουν άποψη για το τι συμβαίνει σε ένα ψυχαναλυτικό πλαίσιο.  Υπάρχει αυτή η παρερμηνεία σε μη αναλυτικούς κύκλους επειδή η ψυχανάλυση φέρνει κάποιον σε ένα ..."βάθος" όπου έρχεται σε μια συνάντηση με τον εαυτό του και όλα αυτά που τον έχουν οδηγήσει σε μια ζωή μέσα στην οποία υποφέρει.  Η ψυχανάλυση δεν είναι παρηγοριά, όχι, ούτε διδασκαλία.  Αφορά μια θεμελιακή ανατροπή σε όλα όσα κατακλύζουν τα υποκείμενα σήμερα και τα αφήνουν σε μια κατάσταση αδυνατότητας να θέσουν τη δική τους θέση σε όλα όσα τους συμβαίνουν.

Η αλήθεια είναι πως δεν είναι εύκολη η ψυχανάλυση αλλά μέσα σε αυτό που φαντάζει "δύσκολο" μπορεί κάποιος εν τέλη να συναντήσει την ομορφιά της ελευθερίας των δικών του επιλογών, εάν τον ενδιαφέρει αυτό βέβαια.  Υπάρχουν κι αυτοί που προτιμούν την πελατειακή σχέση, το παρηγορητικό χτύπημα στην πλάτη "μέχρι την επόμενη φορά" ή να ακούσουν κάποιον που θεωρούν πως "γνωρίζει καλύτερα" πώς θα πρέπει να ζήσουν τη ζωή τους.  Ε λοιπόν η ομορφιά που συναντάει ένας αναλυόμενος στον εαυτό του μέσα από την ψυχανάλυση δεν αφορά στην κυριάρχουσα αψεγάδιαστη εικόνα που προωθείται σχεδόν με βία στα σημερινά υποκείμενα που έρχονται συντετριμμένα στο αναλυτικό πλαίσιο, είναι η ομορφιά του να βρει κανείς την επιθυμία του πέρα από όλα αυτά, να μπορέσει να ζήσει με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο που αντιπροσωπεύει την αξία του και όχι την καταδίκη του.

Η θεραπεία μπορεί να μην είναι ευπρόσδεκτη, κάποιες φορές ίσως και πολύ ενοχλητική, χρονοβόρα, ανιαρή ή να προκαλέσει φόβο, αλλά είναι δεδομένα όλα αυτά μέχρι να μπορέσει κάποιος "να βρει την υγειά του".  Ο αναλυτής δεν βιάζεται ούτε επιβάλλει, λαμβάνει υπόψη το χρόνο του κάθε υποκειμένου προσεκτικά.    

Ερώτηση: Τι γίνεται με το ψυχαναλυτικό ντιβάνι;

Απάντηση: Κάθε ψυχαναλυτική συνεδρία είναι ξεχωριστή και αφορά τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά.  Οι συνταγές είναι άφθονες σήμερα αλλά στην ψυχανάλυση μας ενδιαφέρει το κάθε υποκείμενο που έρχεται να μιλήσει μέσα στη μοναδικότητά του.  Οι προκαταρκτικές συνεδρίες ξεκινάνε πάντα με τον αναλυτή απέναντι, γίνεται μια ψυχοθεραπευτική δουλειά πρωτίστως.  Αυτό μπορεί να κρατήσει καιρό, ίσως και χρόνια.  Αργότερα, και αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, εάν ο «θεραπευόμενος» γίνει αναλυόμενος, τότε είναι που περνά στο ντιβάνι.  Κάποιοι άνθρωποι δεν το κάνουν ποτέ, δεν είναι για όλους το ντιβάνι.  Όταν για παράδειγμα η δουλειά που ξεκινά δεν δύναται να παράξει ένα αναλυτικό ερώτημα, δεν μιλάμε για ψυχανάλυση αλλά για ψυχοθεραπεία.  Ή όταν η ίδια η δομή του υποκειμένου δεν επιτρέπει το πέρασμα στο ντιβάνι.  Ο αναλυτής βλέπει πότε μπορεί να περάσει η δουλειά στο ντιβάνι εφόσον ο αναλυόμενος αποφασίσει να κάνει το δικό του πέρασμα ανάλογα με το αν έχει περάσει στον αναλυτικό λόγο και με τα ερωτήματα που θέτει. Αυτή όμως - όπως ειπώθηκε και πιο πάνω - είναι μια διαδικασία που αφορά τον κάθε ένα ξεχωριστά. Δεν αποφασίζει λοιπόν ο αναλυτής κατά το δοκούν αλλά πάντοτε καθοδηγούμενος από τη θέση του αναλυόμενου στην ψυχαναλυτική εξέλιξη.

Ερώτηση:  Πόσο διαρκεί μια συνεδρία;

Απάντηση:  Οι προκαταρκτικές συνεδρίες συνήθως διαρκούν αρκετή ώρα, αλλά αργότερα οι συνεδρίες είναι μεταβλητές, δηλαδή δεν είναι της συγκεκριμένης διάρκειας του κλασσικού πενηντάλεπτου.  Γι αυτό έχει μιλήσει αρκετά ο Λακάν, όπως και ο ίδιος ο Φρόϋντ, όταν το κάνουν ξεκάθαρο πως το ασυνείδητο δεν υπάγεται της γραμμικής χρονικότητας με την οποία κινούμαστε στην καθημερινότητά μας.  Είναι όπως ένα άνθρωπο που ξεκινά να γράφει κάτι και πρέπει να το κάνει στα πλαίσια μιας συγκεκριμμένης ώρας.  Ε λοιπόν το ασυνείδητο δεν λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο.  Δεν ακούει, και δεν ακούγεται στον γραμμικό χρόνο.  Η αναλυτική συνεδρία είναι κυμαινόμενη, δεν τελειώνει για να ξεκινήσει το επόμενο ραντεβού, αλλά επιδέχεται μιας ψυχαναλυτικής θέσης που αφορά στον χρόνο του ασυνειδήτου, γι αυτό και ονομάζεται  τομή. Η αλήθεια του κάθε υποκειμένου δεν βρίσκεται στο μπλαμπλα του νοήματος και στην λεγόμενη ερμηνεία που κάνει ο ψυχοθεραπευτής αλλά στο λεχθέν, ακριβώς για να δώσει θέση στην τομή - κι αυτή είναι αναλυτική ερμηνεία. Γενικά, το τέλος της συνεδρίας δεν μπορεί να γίνει σε προκαθορισμένο χρόνο, δε λειτουργεί το υποκείμενο του ασυνειδήτου στα χρονικά πλαίσια της ώρας και των λεπτών, με deadline, αλλά αναδύεται στη δική του στιγμή.

Ερώτηση:  Πόσες συνεδρίες χρειάζονται την εβδομάδα;

Απάντηση: Οι προκαταρκτικές συναντήσεις γίνονται συνήθως μία φορά την εβδομάδα, εκτός αν υπάρχει ανάγκη για περισσότερες.  Για να μπορέσουμε όμως να μπούμε στην ψυχαναλυτική δουλειά οι συνεδρίες γίνονται με συχνότητα 2 ή και περισσότερων συναντήσεων την εβδομάδα.  Οι συναντήσεις μπορούν να γίνουν μέσα στην εβδομάδα ή την ίδια μέρα με κάποια χρονική απόσταση - αυτό πάλι αφορά την μη χρονικότητα του ασυνειδήτου.

Ερώτηση:  Πόσο καιρό διαρκεί μια ανάλυση;

Απάντηση: Δεν υπάρχει απάντηση σε αυτό.  Η ψυχανάλυση δε λειτουργεί όπως ένα καταναλωτικό προϊόν με ημερομηνία λήξης.  Το τέλος αφορά το ίδιο το υποκείμενο, τον αναλυόμενο.  Ακριβώς επειδή το σύμπτωμα που θα φέρει το κάθε υποκείμενο δεν είναι στόχος εξάλειψης αλλά διερεύνησης, ακριβώς επειδή την ανάλυση την ενδιαφέρει το υποκείμενο και η όλη του ιστορία, αλλά κυρίως η αλήθεια του που δεν αφορά στο νόημα των όσων λέει ώστε να πούμε "να, τελείωσε, τώρα τα ξέρουμε όλα" ή "τα είπα όλα", συνήθως απαιτείται πολύς καιρός για να πούμε πως τελείωσε κάποιος την ανάλυσή του.  Επομένως το πότε τελειώνει μια ανάλυση είναι κάτι που εξαρτάται από τον ίδιο τον αναλύ-οντα.  Κάποιος μπορεί να αποφασίσει να διακόψει την ανάλυσή του σε 2-3 χρόνια, άλλος σε 5, και λοιπά.  Κάποιος μπορεί να αποφασίσει να πάρει την ανάλυσή του μέχρι τέλους.  Αυτό είναι κάτι που θα αποφασίσει ο ίδιος με βάση τη δουλειά που αισθάνεται ότι κάνει.  Εκείνο όμως που ενδιαφέρει τον αναλυτή είναι η επιθυμία για ανάλυση, το αίτημα για ανάλυση.  Όταν αυτό δεν υπάρχει τότε δεν υπάρχει λόγος να είναι κάποιος σε ένα αναλυτικό πλαίσιο.  Η ανάλυση δεν αφορά μόνο το να συναντήσει κανείς την επιθυμία του, αλλά και να μπορέσει να δει πού βρίσκεται, πώς έφτασε μέχρι εκεί, και πώς μπορεί να αναλάβει το σύμπτωμά του.  Είναι πολλά που αφορούν στο τέλος μιας ανάλυσης - μπορεί κάποιος να βρει να διαβάσει στον Λακάν πολλά γι αυτό - αλλά το τέλος αυτού που ονομάζεται ψυχανάλυση δε αφορά σε 10 ούτε σε 30 συνεδρίες!  Είναι σα να λέμε πως δεν υπάρχει το υποκείμενο του ασυνειδήτου όταν περνάμε στο πότε και το πώς, οπότε δεν αφορά μια τέτοια ερώτηση την ψυχανάλυση αλλά άλλες κάποιες άλλες προσεγγίσεις.

 

 

ΥΧΑΝΑΛΥΣΗ 

Elena Konstantinou Logo Psychoanalysis

© Copyright Elena Konstantinou Psychoanalyst

bottom of page